Τα μάτια του πατέρα μου..
0 comments
Το νεαρό αγόρι, ήταν το μικρότερο στην ομάδα του Λυκείου όπου φοιτούσε. Ο στοργικός πατέρας τον στήριζε, αλλά του είχε καταστήσει με σαφήνεια, ότι αν ο ίδιος δεν ήθελε να συνεχίσει το ποδόσφαιρο, να σταματήσει. Όμως, το νεαρό αγόρι, αγαπούσε το ποδόσφαιρο και ήθελε να συνεχίσει. Ήταν αποφασισμένος να βάζει τα δυνατά του σε κάθε προπόνηση και ίσως θα του δινόταν η ευκαιρία να γίνει βασικός στην ομάδα. Ήταν πάντα συνεπής στις προπονήσεις του, προσπαθούσε να βελτιώνεται, αν και ήταν επί τέσσερα χρόνια στον πάγκο της ομάδας του Λυκείου. Πιστός ο πατέρας του, ήταν πάντα κοντά στο γιο του, στις κερκίδες, όταν είχε αγώνα, για συμπαράσταση.
Όταν ο νεαρός άνδρας πήγε στο κολέγιο, αποφάσισε να δοκιμάσει την τύχη του ως ποδοσφαιριστής στην ομάδα του κολεγίου. Όλοι έβλεπαν ότι δεν ήταν κάτι το σπουδαίο, αλλά ο προπονητής τον κράτησε στην ομάδα. Ο λόγος; Έδινε και την ψυχή του στην προπόνηση και είχε μια απίστευτη ομαδικότητα στο παιχνίδι του.
Ευχαριστήθηκε τόσο πολύ που ήταν μέλος αυτής της ομάδας, που έσπευσε να τηλεφωνήσει αμέσως στον πατέρα του να του το αναγγείλει. Ο πατέρας του μοιράστηκε τον ενθουσιασμό του και αμέσως έτρεξε να αγοράσει εισιτήριο διαρκείας για όλα τα παιχνίδια του κολεγίου. Ο νεαρός ήταν πάντα συνεπής και πρόθυμος στις προπονήσεις, αλλά ποτέ δεν έπαιξε σε επίσημο αγώνα της ομάδας του.
Ήταν παραμονές του τελευταίου αγώνα του πρωταθλήματος κι αν κέρδιζε η ομάδα, θα ήταν πρωταθλήτρια για τη χρονιά αυτή. Μια μέρα φτάνοντας στο γήπεδο για προπόνηση, ο προπονητής του φώναξε και του έδωσε ένα τηλεγράφημα. Ο νεαρός το διάβασε και έμεινε αποσβολωμένος. Ξεροκατάπιε και μουρμούρισε στον προπονητή,
“Ο πατέρας μου πέθανε σήμερα το πρωί. Σας πειράζει αν δεν προπονηθώ σήμερα;”
Ο προπονητής τον αγκάλισε απαλά στον ώμο του και του είπε. “Πάρε άδεια για την υπόλοιπη εβδομάδα αγόρι μου. Και δεν χρειάζεται να έρθεις καν, στο παιχνίδι της Κυριακής.
Η ώρα του μεγάλου παιχνιδιού είχε φθάσει και τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Στο ημίχρονο η ομάδα έχανε 1-0. Στα αποδυτήρια υπήρχε μουρμούρα και κατήφεια από παίκτες και προπονητή. Ξαφνικά αντικρίζουν το νεαρό αγόρι μπροστά τους, αμίλητο και σοβαρό, να βάζει την ποδοσφαιρική στολή του. Έμειναν άφωνοι, με το γεγονός ότι ο συμπαίκτης τους, γύρισε τόσο γρήγορα πίσω, μετά το θάνατο του πατέρα του.
“Κόουτς σε παρακαλώ άφησέ με να παίξω. Είμαι έτοιμος και αποφασισμένος.” είπε ο νεαρός. Ο προπονητής προσποιήθηκε ότι δεν τον άκουσε. Ήθελε τους καλύτερους παίκτες σ΄αυτό το κρίσιμο ματς. Αλλά ο νεαρός επέμεινε και εν τέλει ο προπονητής τον λυπήθηκε και του έδωσε την άδεια.
“Εντάξει”, είπε. “Μπορείς να παίξεις.”
Το δεύτερο ημίχρονο άρχισε. Προπονητής, παίκτες και θεατές, δεν πίστευαν στα μάτια τους. Αυτό το άγνωστο και άσημο μέχρι χθες αγόρι, το οποίο ποτέ δεν είχε παίξει σε κανονικό αγώνα, έκανε τα πάντα σωστά. Η αντίπαλη ομάδα δεν μπορούσε να τον σταματήσει. Έτρεχε πάνω κάτω, έκανε επιθέσεις, μοίραζε πάσες, αμυνόταν σωστά, σαν ένας ολοκληρωμένος παικταράς. Η απόδοση της ομάδα του άρχισε να ανεβαίνει κατακόρυφα.
Σύντομα το σκορ έγινε 1-1 με δικό του γκολ και αργότερα η ομάδα προηγήθηκε 2-1 πάλι με δικό του γκολ. Απέμεναν λίγα δευτερόλεπτα για να λήξει το ματς. Επικίνδυνη επίθεση για τους αντιπάλους. Η ομάδα κινδυνεύει να ισοφαριστεί. Όμως το αγόρι είναι πανταχού παρόν. Σώζει την ομάδα του αποκρούοντας την μπάλα πάνω στη γραμμή.
Ο αγώνας τελειώνει. Η ομάδα είναι πρωταθλήτρια. Ξέφρενοι πανηγυρισμοί. Παίκτες και προπονητής κάνουν το γύρο του θριάμβου. Σηκώνουν τον “ήρωα” συμπαίκτη τους, πάνω στα χέρια τους. Τέτοια κατάσταση, δεν την είχε ξαναζήσει.
Μετά από λίγο, στα αποδυτήρια, επικρατούσε το ίδιο κλίμα. Χαρές, τραγούδια, πανηγυρισμοί για την κατάκτηση του τίτλου. Μόνο το μικρό αγόρι καθόταν σε μια γωνιά μόνος κι αμίλητος.
Ο προπονητής το παρατήρησε και πήγε κοντά του. “Τι έπαθες παιδί μου;” του είπε. “Δεν είναι μια φανταστική μέρα σήμερα; Τι έχεις, πες μου”
Κοίταξε τον προπονητή με δάκρυα στα μάτια και του είπε, “Ξέρετε ότι ο μπαμπάς μου πέθανε. Ξέρετε όμως ότι ήταν τυφλός;” Ξεροκατάπιε και με ένα θλιμμένο χαμόγελο συνέχισε.
“Ο μπαμπάς μου ερχόταν σε όλα τα παιχνίδια. Δεν έβλεπε τίποτα, αλλά σήμερα ήταν η πρώτη φορά που θα μπορούσε από κει ψηλά, να με δει να παίζω και ήθελα να του δείξω, τι μπορώ να κάνω!!